Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
ΤΡΩΕΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΣΙΝΑ
Η Ελευσίνα, πριν τα φουγάρα, αναπτύσσεται μέσα και γύρω από τον σημερινό αρχαιολογικό χώρο. Τα σπίτια χτίζονται με οικοδομικό υλικό από τις ερειπωμένες αρχαιότητες. Το αρχαιολογικό ενδιαφέρον για την περιοχή, που είχε εκδηλωθεί ήδη από τον 19ο αιώνα, μεγαλώνει παράλληλα με την εκβιομηχάνιση και την αστικοποίησή της.
Τα εργοστάσια χτίζονται σε απόσταση αναπνοής από τα αρχαία.
Την εικόνα του ιερού λόφου της Ελευσίνας έρχονται να συμπληρώσουν τα φουγάρα του ΤΙΤΑΝ.
ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ
Το 1925 ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος και τα παιδιά του, Δημήτρης, Παναγιώτης και Γιάννης, ιδρύουν την εταιρία «Θ. Α. Αγγελόπουλος και Υιοί» με έδρα την οδό Πειραιώς. Αρχικά, η εταιρία δραστηριοποιείται στο εμπόριο ειδών σιδήρου, ενώ από το 1932 και εξής η εταιρία μετονομάζεται σε «Ελληνικά Συρματουργεία Θ. Α. Αγγελόπουλος και Υιοί», προχωρώντας στην κατασκευή ειδών συρματουργίας, όπως καλώδια, γαλβανισμένα συρματοπλέγματα και καρφιά. Το 1938 η εταιρία παίρνει άδεια από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας για να παράξει χάλυβα. Όμως, το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου δεν επιτρέπει στην εταιρία να ξεκινήσει ακόμα τη νέα παραγωγική της δραστηριότητα, κάτι που θα γίνει εφικτό μόνο το 1948, όταν θα μετονομαστεί και σε «Χαλυβουργική Α.Ε.». Το 1953 το βασικό εργοστάσιο της Χαλυβουργικής μεταφέρεται στην Ελευσίνα, ξεκινώντας τη λειτουργία ηλεκτρικών κλιβάνων των 20 τόνων, ενώ το 1958 εγκαθίσταται ένας κλίβανος Siemens Martin των 40 τόνων. Στο πλαίσιο της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης της χώρας και της έκρηξης του κατασκευαστικού τομέα, που είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση της ζήτησης χάλυβα στα τέλη της δεκαετίας του '50, η Χαλυβουργική αποφασίζει την καθετοποίηση της παραγωγής. Έτσι, το 1961 εγκαινιάζεται η πρώτη σε όλη την επικράτεια υψικάμινος για παραγωγή χυτοσιδήρου που μετατρέπεται κατόπιν σε χάλυβα με την εμφύσηση οξυγόνου μέσα σε μεταλλάκτη. Τα εγκαίνια της υψικαμίνου, μάλιστα, λαμβάνουν χώρα στις 27 Ιουλίου 1961 σε μία προβεβλημένη και μαγνητοσκοπημένη εκδήλωση, στην οποία παρευρίσκεται και ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο οποίος επένδυε πολύ στην εικόνα του ως εκσυγχρονιστή και φορέα ανασυγκρότησης της χώρας ενόψει και των επικείμενων εκλογών, των γνωστών και ως εκλογών «βίας και νοθείας». Με τη δημιουργία και δεύτερης υψικαμίνου στα επόμενα χρόνια, η συνολική δυναμικότητα της παραγωγής της Χαλυβουργικής ανέρχεται σε πάνω από 1 εκατομμύριο τόνους χυτοσιδήρου τον χρόνο. Πέρα από τη βιομηχανική δραστηριότητα, η Χαλυβουργική μένει στην ιστορία και ως ο τόπος όπου, τον Αύγουστο του 1989 (επί κυβέρνηση συνεργασίας Ν.Δ.-ΣΥΝ, με πρωθυπουργό τον Τζανή Τζαννετάκη), περίπου 17,5 εκατομμύρια φάκελοι κοινωνικών φρονημάτων καίγονται στην υψικάμινο στο πλαίσιο της «της άρσης των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου», με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη μνήμη, τη λήθη και την ιστορία.
Στην περίοδο της ελληνικής κρίσης, και πιο συγκεκριμένα από το 2012 και μετά, η παραγωγή της Χαλυβουργικής πέφτει κατακόρυφα και τα χρέη της συσσωρεύονται, μέχρι που το 2015 η εταιρεία αναστέλλει μόνιμα την παραγωγή της. Την περίοδο αυτή απολύει μαζικά εργαζομένους, ενώ όσοι μένουν απασχολούνται εκ περιτροπής για τη συντήρηση του εργοστασίου. Το 2018 κόβεται επίσημα η ηλεκτροδότηση της από τη ΔΕΗ λόγω υπέρογκου χρέους. Οι εναπομείναντες εργαζόμενοι έως το 2019 διεκδικούν τα δεδουλευμένα τους με διάφορες κινητοποιήσεις και μέσω της δικαστικής οδού. Τα χρέη της εταιρείας σε τράπεζες και δημόσιες επιχειρήσεις είναι πολύ μεγάλα, ενώ έως και το 2016 η εταιρεία επιδεικνύει αδυναμία να εκπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές της υποχρεώσεις. Το 2022 υπάγεται σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης με σκοπό αποπληρωμή μέρους των χρεών της.
ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΗ
Η Ελαιουργική στην Ελευσίνα χτίζεται το 1955 και στην ουσία αποτελεί το πρώτο εργοστάσιο της «Ελαιουργικής Κεντρικής Συνεταιριστικής Ένωσις Ελαιοπαραγωγών Ελλάδος- ΣΥΝ.ΠΕ». H ΣΥΝ.ΠΕ ιδρύεται το 1949, ενώ τα ιδρυτικά της μέλη αντιπροσωπεύουν το 90% των καλλιεργητών ελιάς στη χώρα. Η Ελαιουργική χτίζεται στο παράκτιο μέτωπο της πόλης, εκεί όπου λειτουργούσε το παλιό σαπωνοποιείο Χατζημελέτη-Χατζηηλία απο το 1891-2 έως το 1922. Το οικόπεδο της Ελαιουργικής βρίσκεται μπροστά από την χρωματοβιομηχανία Ιρις και δίπλα από το εργοστάσιο οινοπνευματοποιίας Κρόνος. Οι εγκαταστάσεις της εκτείνονται σε 40,8 στρέμματα και περιλαμβάνουν αποθήκες και κτίρια για την επεξεργασία διαφόρων ειδών λαδιών και την παραγωγή ελιών και σαπουνιών. Η Ελαιουργική σταματάει την λειτουργία της το 1980, οπότε και μεταφέρεται σε καινούργιες, σύγχρονες εγκαταστάσεις στην περιοχή του Σαρανταπόταμου στην ίδια πόλη. Οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις της Ελαιουργικής στην Ελευσίνα κλείνουν οριστικά το 2013.
ΛΙΜΑΝΙ
Η δημιουργία ενός κεντρικού λιμανιού ήταν πρωταρχική πρόθεση τόσο του κράτους, όσο και των βιομηχανιών από την περίοδο της πρώτης εκβιομηχάνισης. Το 1842 ιδρύεται το Υποτελωνείο Ελευσίνας, ενώ το 1845 δημιουργείται ο Υγειονομικός Σταθμός για τις ιατρικές εξετάσεις των πληρωμάτων των πλοίων. Το 1914, παράλληλα με τη βιομηχανική ανάπτυξη, ιδρύεται το Λιμενικό Ταμείο Ελευσίνας.
Η εξειδικευμένη παραγωγή των χαλυβουργείων, των διυλιστηρίων και των ναυπηγείων, καθώς και η ανάπτυξή των βιομηχανιών αυτών μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επιβάλλουν την επέκταση του λιμανιού και την κατασκευή ιδιωτικών προβλητών σε κάθε εργοστάσιο. Το Λιμενικό Ταμείο Ελευσίνας λειτουργεί μέχρι το 2001, οπότε και μετατρέπεται σε ανώνυμη εταιρεία, τον Οργανισμό Λιμένα Ελευσίνας (ΟΛΕ) (Ν. 2932/2001, όπως και όλα τα λιμάνια της χώρας. Ο ΟΛΕ ελέγχει το κεντρικό εμπορικό λιμάνι, την πρώην προβλήτα της αμερικανικής βάσης και το λιμάνι της Βλύχας, ενώ τα περιουσιακά του στοιχεία μεταβιβάζονται το 2012 στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ).
ΜΕΤΑΛΛΕΙΑ ΒΩΞΙΤΟΥ ΣΚΑΛΙΣΤΗΡΗ
Το Σκαλιστήρη παίρνει το όνομά του από τον Δημήτρη Σκαλιστήρη, ιδρυτή του συγκροτήματος, που γεννήθηκε στην Αθήνα το 1887 σε οικογένεια μηχανικών και ακαδημαϊκών (ο παππούς του ήταν ιδρυτής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου). Ο ίδιος θα σπουδάσει στο Παρίσι και θα εργαστεί στα ανθρακωρυχεία της Βόρειας Γαλλίας και στη συνέχεια στη Γερμανία για την εταιρεία AEG. Το 1924, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, θα ιδρύει τη δικιά του επιχείρηση και ασχολείται με την αντιπροσώπευση μεγάλων τεχνικών γραφείων του εξωτερικού. Διαπιστώνοντας την ύπαρξη μεγάλων κοιτασμάτων βωξίτη στην Ελευσίνα και τη Μάνδρα, ξεκινάει τις μεταλλευτικές έρευνες στην περιοχή από το 1932. Αρχίζει τις εξαγωγές βωξίτη στη Γερμανία το 1936. Οι εγκαταστάσεις καταστρέφονται στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου και οι εξαγωγές Βωξίτη ξεκινούν πάλι μετά το πέρας του πολέμου. Το 1947 ο Δημήτριος Σκαλιστήρης έχει στον έλεγχό του τις επιχειρήσεις που ανήκουν τα μεγάλα μεταλλεία μαγνησίου στην Εύβοια. Το 1951 ιδρύει την Α.Ε Μεταλλεία Βωξίτου Ελευσίνας και παίρνει δάνειο από την αμερικανική κυβέρνηση για τη μηχανοποίηση και ανασυγκρότηση των μεταλλείων. Η παραγωγή του αυξάνεται σε 300.000 τόνους ετησίως επί του συνόλου των τότε ελληνικών εξαγωγών που ήταν 330.000 τόνοι ετησίως. Ο Δημήτρης Σκαλιστήρης πεθαίνει το 1967 και την επιχείρηση αναλαμβάνει ο γιός του, Μιχάλης Σκαλιστήρης. Το 1983 ο Σκαλιστήρης δηλώνει αδυναμία να ανταποκριθεί στις οικονομικές υποχρεώσεις της εταιρείας και περίπου μια δεκαετία αργότερα κλείνει οριστικά.
ΤΙΤΑΝ ΛΑΤΟΜΕΙΟ
Η τσιμεντοβιομηχανία ΤΙΤΑΝ χρησιμοποιεί ένα μεγάλο τμήμα του παράπλευρου λόφου όπου βρίσκονταν και μεσαιωνικές αρχαιότητες ως λατομείο εξόρυξης πρώτης ύλης για την παραγωγή του τσιμέντου. Στο λατομείο του ΤΙΤΑΝ οι εργάτες γεμίζουν τα βαγόνια με μεγάλες πέτρες και τις πηγαίνουν στον «σπαστήρα», όπου γίνονται χαλίκι. Το λατομείο θα σταματήσει τη λειτουργία του όταν εξαντληθεί το κοίτασμα και μαζί του θα εξαφανιστεί και ο λόφος της πόλης.
ΙΡΙΣ
Το 1925 ο χημικός Μενέλαος Σακελλαρίου, ύστερη προσθήκη στον Κύκλο της Ζυρίχης, ιδρύει την πρώτη βιομηχανία βερνικοχρωμάτων στη χώρα υπό την επωνυμία «Χημικό Εργοστάσιο Χρωμάτων και Βερνικιών ΙΡΙΣ Ε.Ε. – Μενέλαος Σακελλαρίου και Σία». Το εργοστάσιο χρωμάτων εγκαθίσταται στο ανατολικό άκρο του παράκτιου μετώπου της Ελευσίνας σε έκταση σχεδόν 20 στρεμμάτων. Ως πρώτη ύλη για τη βιομηχανία χρωμάτων ΙΡΙΣ χρησιμοποιείται η ρητίνη από τις ρητινοπαραγωγικές δασικές εκτάσεις του Θριάσιου Πεδίου, που χρησιμοποιούνταν για πολλά χρόνια στα ρετσινάδικα της ευρύτερης περιοχής της Ελευσίνας. Το ΙΡΙΣ αποτελεί πρωτοποριακή βιομηχανία στον τομέα της, φτάνοντας την περίοδο της ακμής της να παράγει ελαιοχρώματα, βερνίκια, ντούκο, γαιώδη χρώματα, υφαλοχρώματα, βερνίκια πατωμάτων, κολοφώνιο και τυπογραφικά μελάνια. Το ΙΡΙΣ εφαρμόζει μεθόδους καθετοποιημένης παραγωγής, δηλαδή πλήρη έλεγχο της παραγωγικής αλυσίδας, εφόσον κατασκευάζει όλα τα υλικά για την παραγωγή και συσκευασία των προϊόντων του. Τη δεκαετία του 1960, το εργοστάσιο μεταφέρεται στη Μαγούλα και διακόπτει τη λειτουργία του γύρω στο 1970. Μέρος των κτιριακών εγκαταστάσεων, καθώς και η κεντρική καμινάδα με το λογότυπο της εταιρίας, διασώζονται ακόμα ως τις μέρες μας.
ΡΕΤΣΙΝΑΔΙΚΑ
Οι ρητινοπαραγωγές περιοχές της Μάνδρας και της Μαγούλας και η εύκολη πρόσβαση στο οδικό, θαλάσσιο και σιδηροδρομικό δίκτυο της Ελευσίνας είναι οι λόγοι για τους οποίους ανοίγουν εργοστάσια επεξεργασίας ρητίνης—ρετσινάδικα—στην Ελευσίνα. Τα πρώτο από αυτά που ανοίγει στην Ελευσίνα ανάμεσα στο 1890 και το 1895 είναι το ρετσινάδικο του Μπουμπούση, που βρίσκεται στον ίδιο χώρο με τους μύλους Μπαμπούση, στην οδό Ηρώων Πολυτεχνείου. Τα υπόλοιπα ρετσινάδικα της Ελευσίνας είναι του Δούκα και Νέζη, του Σ. Παύλου, των Μαρνέρη και Πάλλη, του Κανάκη, του Πανταζή, του Μάζη, του Γκίκα, και του Στάμου. Τα ρετσινάδικα νοίκιαζαν τα δάση και τοποθετούσαν ρητινοσυλλέκτες. Αυτοί παρέδιδαν την ρητίνη με καθορισμένη τιμή ανά οκά. Οι συνεταιρισμοί πουλούσαν επίσης την ρητίνη με δημοπρασίες. Το εργοστάσιο του Στάμου ήταν στα Βραχάκια, του Κανάκη στην παραλία κοντά στου Παύλου και του Νέζη, ενώ του Μαρνέρη εκεί που σήμερα είναι η αφετηρία των λεωφορείων και στεγάζεται μία εταιρεία ξυλείας.
ΠΥΡΚΑΛ
Το 1874 ιδρύεται το «Ελληνικόν Πυριτιδοποιείον Α.Ε.» των αδελφών Μωραϊτίνη για την κατασκευή πυρομαχικών και εκρηκτικών, και το 1887 η εταιρία «Αδελφοί Μαλτσινιώτη», που δραστηριοποιείται στον ίδιο τομέα. Μετά από πολυετή ανταγωνισμό μεταξύ των δύο εταιριών, το 1908 αυτές συγχωνεύονται, σχηματίζοντας την «Εταιρία Ελληνικού Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου» (Ε.Ε.Π.Κ./Ε.Π.Κ.). Το 1925 ιδρύεται μια νέα εταιρία στην περιοχή Νεράκι της Ελευσίνας με ονομασία «Α.Ε. Ελληνικά Οπλουργεία και Οβιδουργεία», εγχείρημα, όμως, που αφήνεται χωρίς δράση προς όφελος της Ε.Ε.Π.Κ., διότι η πρώτη κατείχε το 1/3 των μετοχών της δεύτερης και ενδεχόμενη δραστηριότητα θα επέτρεπε ανταγωνιστική δράση. Το 1934 ο Πρόδρομος Μποδοσάκης-Αθανασιάδης αποκτά την πλειονότητα των μετοχών της Ελληνικής Εταιρίας Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου και εξαγοράζει τα μηχανήματα παραγωγής οβίδων της Α.Ε. Ελληνικά Οπλουργεία και Οβιδουργεία που δεν είχαν ποτέ χρησιμοποιηθεί, αφού πρώτα η εταιρία τεθεί σε εκκαθάριση. Με την παραγωγή της Ε.Ε.Π.Κ. εφοδιάζεται τόσο το ελληνικό Υπουργείο Άμυνας, όσο και οι εμπόλεμοι στον Ισπανικό Εμφύλιο, καθώς και άλλα κράτη, όπως η Κίνα, η Τουρκία και χώρες της Μέσης Ανατολής. Το 1935 η εταιρία, κατόπιν παρότρυνσης του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, συνάπτει συμφωνία τεχνικής συνεργασίας με την εταιρία Rheinmetall, ναζιστικών γερμανικών συμφερόντων, ενώ το 1938 ιδρύεται κοινή εταιρία Ε.Ε.Π.Κ. και Rheinmetall με έδρα την Αθήνα υπό την επωνυμία «Εμπορική Εταιρία Ραινμετάλλ-Μπόρσιχ Α.Ε.». Διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας είναι ο αυστριακός Walter Deter, που την περίοδο της Κατοχής έγινε διοικητής όλων των εταιριών ιδιοκτησίας Μποδοσάκη με την ιδιότητα του αξιωματικού της Wehrmacht. Το εργοστάσιο στην Ελευσίνα επιτάσσεται από τους Γερμανούς και λειτουργεί για τις ανάγκες της Wehrmacht. Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, η εταιρία, που έχει υποστεί πολλές ζημιές τόσο στην Κατοχή, όσο και στον Εμφύλιο, διανύει μια περίοδο μεγάλης ύφεσης και προχωρά στην παραγωγή προϊόντων ειρηνικής χρήσης (κρεατομηχανές, κουτάλια, αναπτήρες, μεντεσέδες, εργαλεία κ. ά.). Σταδιακά, η εταιρία ανακάμπτει χάρη στις παραγγελίες του ελληνικού στρατού, αλλά και του ΝΑΤΟ. Η παραγωγική δραστηριότητα στις εγκαταστάσεις της Ελευσίνας εκτείνεται σε δύο εργοστάσια, το Πυροτεχνουργείο, όπου παράγονται πρωτογενείς εκρηκτικές ύλες, και το Γομωτήριο, όπου γίνονται οι γομώσεις και συναρμολογήσεις φυσιγγίων, όλμων, βλημάτων και πυραύλων διαφόρων διαμετρημάτων, αλλά και οι απογομώσεις/αδρανοποιήσεις πυρομαχικών. Το 1983, μετά από μεγάλες κινητοποιήσεις των σωματείων των εργαζομένων υπό την απειλή κλεισίματος του εργοστασίου, η ΠΥΡΚΑΛ εντάσσεται στον νόμο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. περί «κοινωνικοποίησης», δηλαδή κρατικοποίησης της εταιρίας, ενώ το 2004 συγχωνεύεται με την Ελληνική Βιομηχανία Όπλων (Ε.Β.Ο.), τον κύριο ανταγωνιστή της μέχρι τότε, σχηματίζοντας τον όμιλο εταιριών ΕΑΣ (Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα). Το 2017 το εργοστάσιο ΠΥΡ.ΚΑΛ. Ελευσίνας περιέρχεται στην ιδιοκτησία των ΕΛ.ΠΕ. και το 2019 κηρύσσεται ιστορικός τόπος, με 12 από τα 134 κτίρια να κρίνονται διατηρητέα.
ΠΕΤΡΟΛΑ – ΕΛΠΕ
Το 1969 ο Όμιλος Λάτση του εφοπλιστή Γιάννη Λάτση ιδρύει την ΠΕΤΡΟΛΑ-ΕΛΛΑΣ Α.Ε.Β.Ε και το 1972 εγκαινιάζει το διυλιστήριο της ΠΕΤΡΟΛΑ στην Ελευσίνα, σε μία έκταση περίπου 1.800 στρεμμάτων στη ακτή της Βλύχας, δυτικά της πόλης. Για να εγκατασταθεί το διυλιστήριο, γίνεται αναγκαστική απαλλοτρίωση του παραθεριστικού οικισμού των Ελευσίνιων (2000 στρέμματα γης και 900 στρέμματα θάλασσα), εγείροντας πολλές αντιδράσεις και κινητοποιήσεις από τους κατοίκους. Το νέο διυλιστήριο της ΠΕΤΡΟΛΑ έχει 84 δεξαμενές αποθήκευσης πετρελαιοειδών, συνολικού όγκου 3.600 κυβικών μέτρων. Μεγάλο πρόβλημα μόλυνσης τόσο στην ατμόσφαιρα, όσο και στη θάλασσα δημιουργείται με τα απόβλητα της πετρελαϊκής βιομηχανίας που έρχεται να επιβαρύνει την υφιστάμενη και κλιμακούμενη ρύπανση της περιοχής της Δυτικής Αττικής. Αν και η άδεια εγκατάστασης είναι αρχικά προσωρινή, νομιμοποιείται το 1975, ενώ το 1979 δίνεται άδεια για επέκταση η οποία, όμως, ματαιώνεται χάρη στις οργανωμένες συλλογικά αντιδράσεις και διαμαρτυρίες των κατοίκων. Την 1 Σεπτεμβρίου 1992, στο εργοστάσιο της ΠΕΤΡΟΛΑ, λαμβάνει χώρα το πιο πολύνεκρο εργατικό δυστύχημα της περιοχής της Ελευσίνας, όταν ξεσπά πυρκαγιά από διαρροή εύφλεκτης ουσίας (νάφθας) με θύματα 15 νεκρούς και 10 τραυματίες. Το 2003 οι εγκαταστάσεις της ΠΕΤΡΟΛΑ περνούν στην ιδιοκτησία της ΕΛΠΕ (Ελληνικά Πετρέλαια).
ΤΙΤΑΝ ΤΣΙΜΕΝΤΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Το 1902 οι χημικοί Νικόλαος Κανελλόπουλος, Λεόντιος Οικονομίδης, Ανδρέας Χατζηκυριάκος και ο πολιτικός μηχανικός Αλέξανδρος Ζαχαρίου, εκπρόσωποι του Κύκλου της Ζυρίχης, ιδρύουν την Ετερόρρυθμο Εταιρεία «Χατζηκυριάκου-Ζαχαρίου και Σία» με έδρα τον Πειραιά. Ξεκινούν άμεσα την εγκατάσταση του πρώτου ελληνικού εργοστασίου παραγωγής τσιμέντου στον κόλπο της Ελευσίνας. Το 1911 παίρνει την ονομασία με την οποία είναι έως και σήμερα γνωστή. Το 1912 η μετοχή της εισάγεται στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, ενώ πρόεδρος διατελεί ο Νικόλαος Κανελλόπουλος. Το ψήσιμο των πρώτων υλών γίνεται σε κατακόρυφους κλιβάνους τύπου Σνάιντερ και η τροφοδοσία τους πραγματοποιείται από το πάνω μέρος με μπριγκέτες που περιέχουν την πρώτη ύλη μαζί με σκόνη άνθρακα, αγγίζοντας την παραγωγή 35 τόνων ημερησίως. Τη δεκαετία του 1930, κατασκευάζονται στο δυτικό τμήμα της έκτασης του εργοστασίου τα επονομαζόμενα «Οικήματα ΤΙΤΑΝ», δηλαδή εργατικές κατοικίες για τους εργαζομένους, τα οποία θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούνται για αρκετές δεκαετίες, ενώ σήμερα έχουν πλέον κατεδαφιστεί. Το 1936 οι εργαζόμενοι του ΤΙΤΑΝ συμμετέχουν για 52 ημέρες στις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις της περιοχής, κερδίζοντας πολλές από τις διεκδικήσεις τους, όπως την αύξηση του εργατικού ημερομίσθιου. Την ίδια χρονιά, το τσιμέντο ΤΙΤΑΝ χρησιμοποιείται στην κατασκευή των οχυρών Ρούπελ βάσει ειδικής πατέντας που αγοράζεται από την Ελβετία. Στην Κατοχή συνεχίζεται η λειτουργία του εργοστασίου, αν και αποσπασματικά. Το 1949 ο ΤΙΤΑΝ εντάσσεται στη δανειοδότηση του Σχεδίου Μάρσαλ, αυξάνοντας θεαματικά την παραγωγή του μέσα στα επόμενα χρόνια, εξαιτίας και των αυξανόμενων αναγκών ανοικοδόμησης της χώρας. Το 1961 τοποθετούνται ηλεκτροστατικά φίλτρα σε μια προσπάθεια προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας των εργαζομένων που είχε πληγεί σημαντικά τα προηγούμενα χρόνια από την παραγωγική δραστηριότητα του εργοστασίου. Το 1976 εγκαινιάζεται το εργοστάσιο ΤΙΤΑΝ στο Καμάρι Βοιωτίας και σταδιακά μεταφέρεται εκεί όλη η παραγωγή τσιμέντου, με τις εγκαταστάσεις στην Ελευσίνα να χρησιμοποιούνται περισσότερο ως διοικητική βάση της επιχείρησης.
ΒΟΤΡΥΣ
Το 1898 ιδρύεται από τα μέλη του Κύκλου της Ζυρίχης Επαμεινώνδα Χαρίλαο και Λεόντιο Οικονομίδη η «Οινοποιητική και Οινοπνευματοποιητική Εταιρεία Χαρίλαος και Σία». Μέσα στον επόμενο χρόνο, ξεκινά η κατασκευή του εργοστασίου στην Ελευσίνα σε ένα οικόπεδο που περιβάλλει δυτικά και βόρεια το οικόπεδο του Ελαιουργείου, ενώ συνορεύει, επίσης, με την τσιμεντοβιομηχανία ΤΙΤΑΝ και τον αρχαιολογικό χώρο. Από το 1906, μετά από τη συγχώνευση της εταιρίας με άλλη οινοποιητική του Χαρίλαου, δημιουργείται η «Ανώνυμος Ελληνική Εταιρεία Οίνων και Οινοπνευμάτων-Βότρυς», ευρύτερα γνωστή ως «Βότρυς» που αποτέλεσε τα επόμενα χρόνια κυρίαρχη βιομηχανία στον κλάδο της. Ως πρώτη ύλη χρησιμοποιεί τη σταφίδα και τα πλεονάσματά της και μάλιστα σε μία περίοδο κατά την οποία η χώρα μαστιζόταν από τη σταφιδική κρίση, που προέκυψε από τις μεγάλες ποσότητες αδιάθετης σταφίδας εξαιτίας της υπερπαραγωγής της και της πτώσης της ζήτησης του προϊόντος, η οποία είχε οδηγήσει τον αγροτικό τομέα σε οικονομική ύφεση. Από τη σταφίδα το εργοστάσιο Βότρυς παράγει κρασί, κονιάκ, βερμούτ, αποστάγματα αλλά και φωτιστικό οινόπνευμα που φτάνει να ανταγωνίζεται τα προϊόντα πετρελαίου, και σταφιδίνη που λειτουργεί ως υποκατάστατο της ζάχαρης σε μια περίοδο που η τελευταία παρουσίαζε μεγάλη έλλειψη. Το εμπόριο των προϊόντων του Βότρυς λαμβάνει χώρα τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Μετά από μία περίοδο κρίσης που ακολουθεί τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1938 το εργοστάσιο του Βότρυς περιέρχεται στην ιδιοκτησία του Πρόδρομου Μποδοσάκη-Αθανασιάδη. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, το εργοστάσιο επιτάσσεται από τους Ναζί. Το 1973 ο Μποδοσάκης ιδρύει το Ίδρυμα Μποδοσάκη, στο οποίο μεταβιβάζει όλη του την περιουσία, συμπεριλαμβανομένου του Βότρυς, ενώ μετά τον θάνατό του το 1979 το εργοστάσιο περνά στα χέρια του ανιψιού του, Αλέξανδρου Αθανασιάδη, για να κλείσει οριστικά το 1986.
ΣΑΠΩΝΟΠΟΙΕΙΟ – ΕΛΑΙΟΥΡΓΕΙΟ
Η πρώτη βιομηχανική μονάδα της Ελευσίνας είναι το Σαπωνοποιείο Χαριλάου που ιδρύεται το 1875 από τους αδελφούς Λύσανδρο και Εμμανουήλ Χαρίλαο με καταγωγή από το Γαλάτσι της Ρουμανίας. Το εργοστάσιο εγκαθίσταται στο δυτικό άκρο της πόλης, μεταξύ της ακτής και του λόφου του αρχαιολογικού χώρου. Αρχικά αποτελεί μονάδα μικρής κλίμακας, καθώς λειτουργεί με 20 εργάτες, ατμομηχανή 30 ίππων και πρώτη ύλη πυρήνες ελαιοκάρπου. Είκοσι χρόνια αργότερα, το 1895, ο ανιψιός των ιδρυτών Επαμεινώνδας Χαρίλαος μαζί με τον φίλο του Νικόλαο Κανελλόπουλο, χημικοί που ανήκουν στον Κύκλο της Ζυρίχης, αναλαμβάνουν τη διεύθυνση του Σαπωνοποιείου και το μετεξελίσσουν στο γνωστό Ελαιουργείο υπό την επωνυμία «Χαρίλαος-Κανελλόπουλος Α.Ε.». Η βιομηχανική μονάδα μεγαλώνει, φτάνοντας τους 90 εργάτες το 1900 και τους 250 το 1928. Η προπολεμική παραγωγή του Σαπωνοποιείου-Ελαιουργείου περιλαμβάνει πυρηνέλαια, λινέλαια, βαμβακέλαια, κικινέλαια, κοκοφοινικέλαια, σπορέλαια ραφινέ, γλυκερίνη, πράσινα σαπούνια και «Σάπωνες Ελευσίνας», δηλαδή λευκά σαπούνια τύπου Μασσαλίας. Η παραγωγή αυξάνεται και, εκτός της εγχώριας αγοράς, περιλαμβάνει και εξαγωγές σε άλλες χώρες της Μεσογείου. Το Ελαιουργείο διακόπτει τη λειτουργία του στο τέλος της δεκαετίας του 1960 και από το 2007 και μετά ο χώρος του παραχωρείται από την Εθνική Τράπεζα στον Δήμο Ελευσίνας για τη διοργάνωση του καλλιτεχνικού φεστιβάλ των Αισχυλείων.
ΚΡΟΝΟΣ
Η Ανώνυμη Εταιρία Οινοπνευματοποιίας με έδρα τον Πειραιά ιδρύεται το 1911 και μεταξύ 1923 και 1926 ανεγείρεται το εργοστάσιο της εταιρίας που μένει γνωστό με την ονομασία «Κρόνος» στο ανατολικό άκρο του παράκτιου μετώπου της Ελευσίνας. Μέχρι την κατασκευή της Χαλυβουργικής τη δεκαετία του 1960, μάλιστα, ο Κρόνος αποτελεί το απώτατο άκρο της παραθαλάσσιας βιομηχανικής ζώνης της πόλης προς τα ανατολικά. Ως πρώτη ύλη χρησιμοποιεί το σταφύλι και ως πηγές ενέργειας τον ατμό και το πετρέλαιο, ενώ τα προϊόντα που παράγει είναι κρασί, προϊόντα οινοπνεύματος, μελάσα και δεψικά εκχυλίσματα για τη βυρσοδεψία. Τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του, ο Κρόνος απασχολεί περί τους 300 εργαζομένους. Στη μεγάλη απεργία του 1929, στην οποία συμμετέχουν και εργάτες του Κρόνου, η χωροφυλακή ανοίγει πυρ με αποτέλεσμα έναν νεκρό και οκτώ τραυματίες. Πέρα από τη βιομηχανική δραστηριότητα, το ίδιο το κτίριο του Κρόνου, παράδειγμα μεσοπολεμικής αρχιτεκτονικής μιας κοινωνίας που μεταλλάσσεται ραγδαία, είναι άξιο προσοχής, καθιστώντας το μέχρι και σήμερα τοπόσημο της περιοχής. Ο Παύλος Σαντορίνης, φυσικός, καθηγητής του ΕΜΠ και μεταγενέστερο μέλος του Κύκλου της Ζυρίχης, εισάγει στατικές καινοτομίες στην κατασκευή του εργοστασίου και πιο συγκεκριμένα το οπλισμένο/σιδηροπαγές σκυρόδεμα (μπετόν αρμέ). Το έργο αναλαμβάνει η εταιρία του πολιτικού μηχανικού Αλέξανδρου Ζαχαρίου, έτερου μέλους του Κύκλου της Ζυρίχης, «Τέκτων Α.Ε.». Η εμβληματική αρχιτεκτονική νεογοτθικού ρυθμού οπλισμένη με μπετόν αρμέ, ένα πρωτοποριακό για την εποχή του υλικό, εμφανίζεται ιδιαίτερα στο πυργοειδές συγκρότημα του αποστακτηρίου, φανερώνοντας το πάντρεμα μεταξύ των τάσεων του 19ου και του 20ού αιώνα. Το εργοστάσιο του Κρόνου λειτουργεί έως το 1986. Αγοράζεται το 1991 από ιδιώτη, λειτουργεί για πολλά χρόνια ως αποθηκευτικός χώρος, αλλά και τόπος φιλοξενίας καλλιτεχνικών εκθέσεων και δράσεων, όπως τα Αισχύλεια. Το 2023 το ιστορικό κτίριο του Κρόνου περνά στην ιδιοκτησία του Δήμου Ελευσίνας.
ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ
Τα Ναυπηγεία Ελευσίνας ιδρύθηκαν το 1962 από τον εφοπλιστή, τραπεζίτη και καθηγητή διοικητικού δικαίου Στρατή Ανδρεάδη. Για την εγκατάστασή τους επιλέχθηκε η θέση «Ελευσίνια» του κόλπου της Ελευσίνας, όπου ισοπεδώθηκαν περί τα 150.000 τ.μ. βραχώδους έκτασης, φτάνοντας να καταλαμβάνουν 1.100 μέτρα του παράκτιου μετώπου. Εγκαινιάζουν τη λειτουργία τους τον Αύγουστο του 1969, παρουσία του δικτάτορα Γιώργου Παπαδόπουλου, λανσάροντας επισκευαστική βάση πλοίων και πλωτών κάθε κατηγορίας. Η γειτνίαση με χαλυβουργικές βιομηχανίες από όπου προμηθεύονταν υλικά, οι υποδομές ηλεκτρισμού και τηλεπικοινωνιών της περιοχής που ήταν ήδη σημαντική βιομηχανική ζώνη και η μεταφορά της σιδηροδρομικής γραμμής και του αυτοκινητοδρόμου, ώστε να εξυπηρετούν την επιχείρηση, οδήγησε στην επέκταση και κυριαρχία των Ναυπηγείων Ελευσίνας μέσα στα επόμενα χρόνια, φτάνοντας να απασχολούν 300 άτομα το 1975. Στις 6 Απριλίου του 1972, Μεγάλη Πέμπτη, λαμβάνει χώρα στα Ναυπηγεία Ελευσίνας ένα από τα πιο τραυματικά ατυχήματα στη συλλογική μνήμη της Ελευσίνας, η κατάρρευση της μεταλλικής γερανογέφυρας ύψους 60 μέτρων και βάρους 300 τόνων, που είχε παραγγελθεί από τη γερμανική εταιρία Krupp, η οποία προκαλεί θάνατο 9 εργατών (7 Ελλήνων και 2 Γερμανών). Στη Μεταπολίτευση, τα Ναυπηγεία Ελευσίνας περιέρχονται στην ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου για να ιδιωτικοποιηθούν πάλι το 1992.
Αν και η έναρξη της βιομηχανικής δραστηριότητας στην Ελευσίνα λαμβάνει χώρα στα τέλη του 19ου αιώνα, αυτό που ξεκινά να την ορίζει ως βιομηχανική πόλη είναι η εγκατάσταση του ΤΙΤΑΝ το 1902, με τα φουγάρα και το λατομείο του. Ο ΤΙΤΑΝ συνορεύει με την ακτή και τα αρχαία, διακόπτοντας τη συνέχεια του παράκτιου μετώπου της πόλης στα δυτικά. Το λατομείο «τρώει» το βουνό πάνω από την παραλία, αφήνοντας τέσσερις μικρούς βράχους και αρκετές μνήμες σε όσους και όσες το διέσχιζαν για να πάνε τότε στη θάλασσα.
Πηγαίναμε στα βραχάκια, και με τη μαμά καμιά φορά, αλλά ήταν πολύς ο ποδαρόδρομος και δεν είχε λεωφορείο εκεί, έπρεπε να ανέβουμε και το βουνό, να κατέβουμε… Το βουνό; Το ΤΙΤΑΝ το έκοβε, φουρνέλα, είχαμε και φουρνέλα, να σπάει το βουνό και να το κάνει τσιμέντο, οπότε είδε ότι τελείωναν και τα βραχάκια, μίκρυνε το βουνό, έχει μείνει μια μύτη μόνο, δεν έχουνε αφήσει τίποτα.
ΣΠΥΡΙΔΟΥΛΑ ΓΚΙΝΗ
ΠΗΡΕ ΤΟ ΒΟΥΝΟ
ΚΑΙ ΤΟ ΕΚΑΝΕ
ΤΣΙΜΕΝΤΟ
Δημιουργήθηκε ένας οικισμός στα Βραχάκια από Συμιακούς… και μείναμε εκεί μέχρι το 1966, όπου εκεί το 1966 μας απαλλοτρίωσε ο ΤΙΤΑΝΑΣ… είχε φτάσει τόσο κοντά το νταμάρι και τα φουρνέλα, που όταν ήταν να βάλουνε τα φουρνέλα φωνάζανε… «βάρδα φουρνέλο!», και κρυβόμασταν μέσα στο σπίτι και πέφτανε οι πέτρες στην ταράτσα του σπιτιού, πέφτανε...
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΥΝΕΛΕΣ
Ο ΤΙΤΑΝ «τρώει» μαζί με το βουνό και τα αρχαία που κρύβονται μέσα σ' αυτό. Την εποχή εκείνη, οι παράλληλοι βίοι της εκβιομηχάνισης και της ανάδειξης της αρχαιολογικής κληρονομιάς της Ελευσίνας αφήνουν χώρο για τέτοιες θυσίες. Τα τσιμέντα του ΤΙΤΑΝ βοηθούν στην ανοικοδόμηση της πόλης, όπως και ολόκληρης της χώρας.
ΑΔΕΙΑΖΑΝΕ
ΜΕΣΑ ΣΤΟ
ΣΠΑΣΤΗΡΑ
ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ
Τα φουγάρα του ΤΙΤΑΝ γεμίζουν με σύννεφα σκόνης την πόλη. Η σκόνη τσιμεντώνει με τον καιρό στις ταράτσες των γύρω σπιτιών και λερώνει τα ρούχα στις μπουγάδες, την ίδια στιγμή που δίνει δουλειές και φέρνει λεφτά στο σπίτι.
Στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου που διακρίνεται ανάμεσα στα φουγάρα του ΤΙΤΑΝ, το χώμα του προαύλιου χώρου ίσα που φαίνεται μέσα από τις ρωγμές στη στρώση του τσιμέντου που έχει δημιουργήσει η σκόνη που επικάθεται εδώ και χρόνια.
Δηλαδή, έβλεπες και άσπριζε η περιοχή γύρω-γύρω. Η δε σκόνη, από τα πολλά χρόνια λειτουργίας, είχε κατακαθίσει στους τοίχους, παντού ας πούμε. Και όταν φύσαγε πολύς αέρας, έβλεπες σηκωνότανε μπουχός.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΖΑΜΠΕΛΗΣ
Υπήρχε πρόβλημα με το τσιμέντο που έπεφτε, με τις γυναίκες που, όταν πλένανε, έπεφτε το τσιμέντο από πάνω τους και έπρεπε να τα ξαναπλύνουνε πάλι τα ρούχα τους, και πηγαίναν στον ΤΙΤΑΝ και τους έδινε ρολ, σαπούνι.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΝΟΔΑΡΑ
Διάφορα μικρά και μεγάλα εργοστάσια καταλαμβάνουν σιγά σιγά το παράκτιο μέτωπο κατά τη δεύτερη περίοδο εκβιομηχάνισης της Ελευσίνας, όπως η οινοπνευματοποιία Κρόνος και το εργοστάσιο χρωμάτων και βερνικιών Ίρις. Μέχρι τη δεκαετία του '20, οι φορτοεκφορτώσεις πρώτων υλών και εμπορευμάτων γίνονταν μέσω εφήμερων μικρών προβλητών που ανήκαν στις διάφορες βιομηχανίες. Η δημιουργία του λιμανιού γίνεται συντονισμένα μετά την ίδρυση των μεγάλων βιομηχανιών στα ανατολικά της πόλης. Στο δημόσιο πλέον λιμάνι της Ελευσίνας συγκεντρώνεται η εισαγωγή πρώτων υλών, ενώ από τους ιδιωτικούς λιμένες ορισμένων εργοστασίων, όπως τα ΤΙΤΑΝ και ΒΟΤΡΥΣ, γίνονται οι εξαγωγές των τελικών προϊόντων.
Στον Μεσοπόλεμο, στο βιομηχανικό τοπίο της Ελευσίνας προστίθεται το εργοστάσιο ΧΑΛΥΨ, ενώ η μετέπειτα ΠΥΡΚΑΛ εγκαθίσταται στα δυτικά, δίπλα στο βουνό που τρώει ο ΤΙΤΑΝ. Την τρίτη περίοδο, από το 1948 έως το 1971, εγκαθίστανται στην Ελευσίνα η Χαλυβουργική, η Ελαιουργική, τα Ναυπηγεία και το διυλιστήριο της ΠΕΤΡΟΛΑ, το οποίο γειτνιάζει με την ΠΥΡΚΑΛ. Στο τοπίο της πόλης προστίθενται υψικάμινοι, δεξαμενές και φουγάρα, αλλοιώνοντας την ακτή, τον αέρα και τη θάλασσα.
Δηλαδή, σκεφτείτε σε όλη την περιοχή αυτή, την Ελευσίνα, να υπάρχουνε δυο νέφη, το ένα να είναι ροζ, της Χαλυβουργικής, το άλλο να είναι άσπρο, το λευκό του τσιμέντου, από το ΤΙΤΑΝ.
Που μια σε έπιανε το ένα, μια το άλλο.
Και, βέβαια, υπάρχουνε και τα τραγούδια του Χατζηδάκη και τα λοιπά και τα λοιπά που είχανε γραφτεί.ΗΡΑΚΛΗΣ ΜΠΕΚΑΣ
ΤΑ ΨΑΡΙΑ
ΣΤΡΩΜΑ,
ΕΠΛΕΑΝ ΟΛΑ
Η Ελευσίνα στο απόγειο της εκβιομηχάνησης έχει χάσει τον παραθαλάσσιο χαρακτήρα της. Οι καινούριες βιομηχανίες απαιτούν μεγάλους όγκους μεταφορών, εντατική χρήση του θαλάσσιου μετώπου και υποστηρικτικές υπηρεσίες. Συνέπεια αυτών είναι και η ανάπτυξη διαλυτηρίων πλοίων στην περιοχή της Βλύχας, στα δυτικά. Τα Βραχάκια, η Βλύχα και τα Ελευσίνια ήταν κάποτε παραλίες ξακουστές για τον κόσμο που φιλοξενούσαν τα καλοκαίρια, για τα όστρακα, για τα ψάρια και για τις βαρκάδες. Σήμερα, τα παροπλισμένα πλοία, οι επιχωματώσεις, το παράτυπο νεκροταφείο πλοίων, οι εγκαταστάσεις των ΕΛΠΕ και τα ναυπηγεία δεν θυμίζουν σε τίποτα το παλιό αττικό τοπίο.