ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ:
ΣΥΝΕΧΕΙΕΣ ΚΑΙ ΑΣΥΝΕΧΕΙΕΣ
Η επιλογή της Ελευσίνας ως τόπου εγκατάστασης της βαριάς βιομηχανίας της χώρας διαμόρφωσε ένα ιδιαίτερο τοπίο τόσο στην ευρύτερη ενδοχώρα, όσο και κατά μήκος της παραλίας της περιοχής.
Στο τοπίο που διαμορφώνεται κατά τις πρώτες φάσεις εκβιομηχάνισης της Ελευσίνας η αγροτική οικονομία συνυπάρχει με τη βιομηχανία. Κτηνοτρόφοι φέρνουν τα πρόβατά τους στη θάλασσα, δίπλα από τα φουγάρα του ΤΙΤΑΝ, για να τα κουρέψουν. Μεγάλα μποστάνια σε κεντρικά σημεία της πόλης τροφοδοτούν την κεντρική λαχαναγορά του Ρέντη.
Αυτές οι αντιφατικές εικόνες διατρέχουν την ιστορία του δημόσιου χώρου της πόλης μέχρι τη δεκαετία του 1960. Χάνονται σταδιακά, ωστόσο, από τη δεκαετία του 1970, όταν βιομηχανικές και λιμενικές εγκαταστάσεις καταλαμβάνουν όλο και περισσότερο χώρο.
Η Ελευσίνα γίνεται μια παραλιακή πόλη χωρίς παραλία και μια πόλη όπου η μέριμνα για το δημόσιο χώρο αποτελεί δημοτική πρωτοβουλία μόνο από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 και μετά.
Ήταν πάρα πολύ ωραία τότε. Δηλαδή εγώ στεναχωριέμαι που τα παιδιά μου δεν γνωρίσανε την Ελευσίνα έτσι όπως ήτανε. Η Ελευσίνα μετά το ’70 τελείωσε—μιλάω για την παραλία και γύρω γύρω.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΡΟΜΕΛΕΤΗΣ.
ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΙΣ
H Ελευσίνα υποδέχεται τη βιομηχανία: τα λατομεία εξαφανίζουν σταδιακά το βουνό στην περιοχή Βραχάκια, εκτάσεις γης και σπίτια απαλλοτριώνονται κατά μήκος της θάλασσας, ενώ η ακτή επιχωματώνεται. Το τοπίο της πόλης αλλοιώνεται και ο ζωτικός χώρος των ανθρώπων περιορίζεται, καθώς τα εργοστάσια περικυκλώνουν την Ελευσίνα και κατά κάποιον τρόπο περιγράφουν τα όριά της.
Η πρώτη απόπειρα για τη δημιουργία ενός ρυμοτομικού σχεδίου της Ελευσίνας γίνεται το 1877. Ήδη από το σχέδιο, διαφαίνεται η πρόθεση του ελληνικού κράτους να διαχωρίσει τη στεριά από τη θάλασσα με τη δημιουργία ενός τεχνητού παραλιακού μετώπου, το οποίο προοριζόταν να υποδεχτεί τις μεγάλες βιομηχανίες.
Το εργοστάσιο ΤΙΤΑΝ δεν εγκαθίσταται τυχαία ανάμεσα στη θάλασσα και τους λόφους. Τα λατομεία δημιουργούν στοές στους λόφους και εξορύσσουν την πρώτη ύλη, η οποία στη συνέχεια μετατρέπεται σε τσιμέντο και φορτώνεται με ευκολία στο ιδιωτικό λιμάνι που έχει δημιουργηθεί ως επίνειο του εργοστασίου.
Τόνοι δυναμίτη εκτοξεύουν πέτρες, χώμα και θραύσματα από αρχαία αγγεία και κτίσματα καθημερινά, ενώ οι περίοικοι κρύβονται στα σπίτια τους τις ώρες που μια φωνή προειδοποιεί: «Βάρδα! Φουρνέλο!»
Δίπλα στις εγκαταστάσεις του ΤΙΤΑΝ, τα παιδιά παίζουν πόλεμο ανάμεσα σε αρχαίους τάφους. Το παιχνίδι σταματάει, όταν μαζί με τα νταμάρια καταστρέφονται οι κρυψώνες τους και όταν τα φουρνέλα σπάνε τα παιχνίδια τους.
Μια φορά είχαμε αφήσει τον αετό μου και μου τον έσπασε η πέτρα… Τον αετό μου, που είχα φτιάξει, κι ήρθε μια πέτρα και μου τον έσπασε… ήξερα όμως ότι είναι φουρνέλο, αλλά δεν περίμενα ότι θα πάει η πέτρα στον αετό μου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΝΕΛΕΣ.
Μία από τις συνοικίες των Συμιακών χτίστηκε στα Βραχάκια. Εδώ ήρθαν να κατοικήσουν οικογένειες που δούλευαν στο εργοστάσιο του ΤΙΤΑΝ. Πολλά από αυτά τα σπίτια ήταν σκαρφαλωμένα στην πλαγιά του λόφου. Ο λόφος χρησίμευε και ως πέρασμα προς τη θάλασσα για τους κατοίκους της Άνω Ελευσίνας.
Όταν το λατομείο άρχισε να «τρώει» τον λόφο, πέρα από τους Συμιακούς που έχασαν τα σπίτια τους, πολλοί κάτοικοι της πόλης έχασαν την πρόσβασή τους στη θάλασσα.
Ο κόσμος το περνούσε το βουνό με έναν πεζόδρομο που είχε. Περνάγανε το βουνό κι ερχόντουσαν να κάνουν μπάνιο, γιατί δεν υπήρχε άλλη πρόσβαση να έρθει. Μετά ήτανε από την ΠΥΡΚΑΛ, αλλά ήτανε πολύ μακρινή η απόσταση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΝΕΛΕΣ
Οι εξορύξεις πληθαίνουν, τα φουρνέλα γίνονται όλο και πιο έντονα και συχνά ο ζωτικός χώρος της συνοικίας περιορίζεται τόσο που περικυκλώνονται τα ίδια τα σπίτια. Την περίοδο της Χούντας (1967-1974), ο ΤΙΤΑΝ απαλλοτριώνει τα σπίτια των Συμιακών, χωρίς να τους αφήσει στην ουσία άλλη επιλογή πέρα από τη φυγή. Η εποχή δεν ευνοεί καμία διαμαρτυρία ή δικαστική διεκδίκηση.