ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΦΡΟΝΗΜΑΤΩΝ
Τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων είναι επίσημα κρατικά έγγραφα—εκδίδονται είτε από τις αστυνομικές είτε από τις στρατιωτικές αρχές—τα οποία, ουσιαστικά, «πιστοποιούν» ότι ένας πολίτης δεν είναι κομμουνιστής. Εισάγονται στην ελληνική νομοθεσία το 1938 επί δικτατορίας Ιωάννη Μεταξά με τον αναγκαστικό νόμο 1075 «Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των πολιτών», που, στην πράξη, αποτελεί συνέχεια και επέκταση του «ιδιώνυμου» του Βενιζέλου. Ο συγκεκριμένος νόμος ποινικοποιεί τη «διάδοσιν, ανάπτυξιν και εφαρμογήν θεωριών, ιδεών, ή κοινωνικών, οικονομικών και θρησκευτικών συστημάτων» που επιδιώκουν την ανατροπή του «κοινωνικού καθεστώτος», καθώς και την κήρυξη απεργίας και λοκ-άουτ με βάση αυτές τις ιδέες. Μάλιστα, το άρθρο 11 του νόμου αυτού ορίζει ότι, για να λάβει κανείς κρατική υποτροφία ή να διοριστεί στο δημόσιο, σε δήμο ή κοινότητα, σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου αλλά ακόμα και για να εργαστεί σε Ανώνυμη Εταιρεία με μετοχικό κεφάλαιο και αποθεματικά που υπερβαίνουν τα 20 εκ. δραχμές (όπως είναι πολλές από τις βιομηχανίες της Ελευσίνας εκείνη την εποχή), οφείλει να αποδείξει ότι δεν έχει τις παραπάνω «ανατρεπτικές ιδέες» προσκομίζοντας πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων από το νεοσυσταθέν Υφυπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας.
Μετά την Απελευθέρωση, τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων καταργούνται, τουλάχιστον τυπικά. Όμως, με την έναρξη του Εμφυλίου και την εισαγωγή έκτακτων μέτρων, όπως την απαγόρευση του ΚΚΕ και τη συγκρότηση στρατοδικείων, ο θεσμός των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων επανέρχεται. Αυτή τη φορά συνοδεύεται από την περίφημη δήλωση νομιμοφροσύνης που καθιερώνεται από την κυβέρνηση Θεμιστοκλή Σοφούλη με τον αναγκαστικό νόμο 516 του 1948 «Περί ελέγχου νομιμοφροσύνης των δημοσίων υπαλλήλων και υπηρετών». Η δήλωση νομιμοφροσύνης, που ουσιαστικά είναι δήλωση εθνικοφροσύνης, δηλαδή υποστήριξης της εθνικόφρονας πλευράς του Εμφυλίου, αφορά όλους τους εργαζόμενους στο δημόσιο, αλλά και εργαζόμενους ιδιωτικών εταιρειών και ιδρυμάτων επιχορηγούμενων από ή συναλλασσόμενων με το δημόσιο, όπως ήταν πολλές από τις βιομηχανίες της Ελευσίνας. Έτσι, για παράδειγμα, τη δεκαετία του 1950, βρίσκουμε ανταλλαγή επιστολών μεταξύ του Γενικού Επιτελείου Στρατού ή της Χωροφυλακής και της διεύθυνσης του Ελληνικού Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου (ΠΥΡΚΑΛ) σχετικά με εργαζόμενους «επικίνδυνων αριστερών φρονημάτων» ή, αντίστροφα, που «τυγχάνουν νομιμόφρονες». Με άλλα λόγια, εκτός των δεινών του πολέμου, οι εργάτες στην Ελευσίνα, πολλοί εκ των οποίων είχαν λάβει μέρος στην Αντίσταση οργανωμένοι στο ΕΑΜ, είχαν να υπερκεράσουν και τον σκόπελο του αποκλεισμού από την εργασία λόγω ιδεολογίας.
Στην πραγματικότητα, αυτή η μετεμφυλιακή διάταξη περί «νομιμοφροσύνης» θα ισχύσει σε όλη τη διάρκεια της μετεμφυλιακής κρατικής ανασυγκρότησης, όπως και στη Δικτατορία των Συνταγματαρχών, για να καταργηθεί οριστικά πολύ μετά τη Μεταπολίτευση. Μάλιστα, η πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση, η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, θα εκδώσει τον Σεπτέμβριο του 1974 το νομοθετικό διάταγμα 64 «Περί των στοιχείων της ατομικής και οικογενειακής καταστάσεως των δημοσίων λειτουργών ως και ελέγχου της πίστεως προς το δημοκρατικόν πολίτευμα της Χώρας κατηγοριών τίνων εξ αυτών», βάσει του οποίου εργαζόμενοι στο δημόσιο, αλλά και σε υπηρεσίες με αρμοδιότητες στην εθνική άμυνα και ασφάλεια, όπως είναι, φυσικά, η πολεμική βιομηχανία της ΠΥΡΚΑΛ, οφείλουν να συμπληρώνουν ερωτηματολόγιο με ερωτήσεις περί φρονημάτων. Βάσει αυτού του νόμου, το 1978, η Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης ενημερώνει την ΠΥΡΚΑΛ και το Υπουργείο Βιομηχανίας για εργαζόμενο του εργοστασίου της Ελευσίνας ο οποίος από το 1963 ανήκε σε παράταξη «ακραίων ιδεολογικών θέσεων» (εννοεί την ΕΔΑ) με την οποία κατέβηκε ως υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος, ήταν στέλεχος συνδικαλιστικής οργάνωσης του ΤΙΤΑΝ, ενώ μετά το 1974, δηλαδή μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, «εκδηλούται δημοσίως υπέρ της ανωτέρω παρατάξεως και αναγιγνώσκει τύπον απηχούντα τα απόψεις της» (εννοεί το ΚΚΕ και τον Ριζοσπάστη). Το 1979, μάλιστα, Ειδικό Συμβούλιο του Υπουργείου Βιομηχανίας με αρμοδιότητα να κρίνει τους εργαζομένους με βάση το νομοθετικό διάταγμα 64 του 1974 γνωστοποιεί στην ΠΥΡΚΑΛ πως 8 εργαζόμενοι της πρέπει να απολυθούν ή να μην προσληφθούν καθώς «δεν τυγχάνουν πιστοί εις το Δημοκρατικόν Πολίτευμα της Χώρας». Τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων και η δήλωση νομιμοφροσύνης θα καταργηθούν οριστικά από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, το οποίο, αφού θα αναγνωρίσει το 1982 την Εθνική Αντίσταση, θα προχωρήσει το 1983 με τον νόμο 1400 «Τροποποίηση και συμπλήρωση υπαλληλικών διατάξεων» στην κατάργηση της σχετικής με τη δήλωση νομοθεσίας, αλλά και του ατομικού φακέλου κάθε εργαζόμενου.