Πριν τη Μεταπολίτευση, συνδικαλιστές και συνδικάτα της Αριστεράς αντιμετωπίζονταν με καταστολή και αποκλείονταν από οποιαδήποτε συζήτηση σχετική με χρηματοδότηση και συλλογικές συμβάσεις. Στο μεταπολιτευτικό κλίμα, η καταστολή δεν υφίσταται πλέον σαν πρακτική, ωστόσο η παρέμβαση του κράτους στη διοίκηση των συνδικάτων πραγματοποιείται με έμμεσο τρόπο κι έχει συνήθως σαν στόχο τη διασφάλιση μια ηγεσίας ευνοϊκής προς το κυβερνών κόμμα, το οποίο την περίοδο 1981-1898 ήταν το ΠΑΣΟΚ.
Την περίοδο αυτή και μέχρι το 1990, το συνδικαλιστικό κίνημα ξεκινά να οργανώνεται δυναμικά και πολλαπλασιάζονται οι τρόποι με τους οποίους εργαζόμενοι και εργαζόμενες εκπροσωπούνται στους διάφορους θεσμούς. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, κυριαρχεί η ελπίδα πως η αλλαγή της κοινωνίας είναι εφικτή μέσα από κινητοποιήσεις. Σε ένα φύλλο του Βήματος το 1977, όπως το διαβάζουμε στον Λιάκο, υποστηρίζεται ότι «[ο]ι απεργίες απέβησαν ο συνήθης τρόπος εκφράσεως των κοινωνικών ομάδων» (Το Βήμα/ 12-0-1977).
Το ίδιο κλίμα επικρατεί και στον εργοστασιακό συνδικαλισμό. Οι συνελεύσεις λαμβάνουν χώρα πλέον ελεύθερα μέσα στα εργοστάσια, οργανώνονται επιτροπές αγώνα και εργοστασιακά συνδικάτα από εργάτες και εργάτριες, ενώ μέσα από συλλογικές διαδικασίες εργάτες και εργάτριες διεκδικούν και κερδίζουν αυξήσεις σε μισθούς και ημερομίσθια, καθώς επίσης και επιδόματα, παιδικούς σταθμούς και άλλες παροχές που σχετίζονται με το κράτος πρόνοιας.
Αυτήν την εποχή αρχίζει και ανθίζει στον εργατικό κόσμο η αριστερά […] Μετά την πτώση της χούντας υπήρχε ένα εργατικό κέντρο που είχε πολύ κόσμο, δεν είχε κτήρια αλλά είχε συνεχή κινητικότητα. Συλλαλητήρια για την Κύπρο, για την ειρήνη, δεν θυμάμαι ημέρα να μην είχα μια δραστηριότητα γύρω από αυτά. Άρχισε ο αγώνας στη Χαλυβουργία την δεκαετία του '70. Τότε δεν υπήρχαν επαγγελματίες συνδικαλιστές. Στον ΤΙΤΑΝ ήταν η φύτρα και η μήτρα που στην εξέλιξη και μετά τη μεταπολίτευση επάνδρωσαν τα ηγετικά κλιμάκια των πολιτικών και συνδικαλιστικών οργάνων κυρίως του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της δεξιάς.
ΗΡΑΚΛΗΣ ΜΠΕΚΑΣ
Τον Απρίλιο του 1981 η επιτροπή σωματείου εργαζομένων της ΠΥΡΚΑΛ, που βρίσκεται τότε στην ιδιοκτησία του ιδρύματος Μποδοσάκη, κηρύσσει στάση εργασίας, καταγγέλλοντας τον αντισυνδικαλιστικό νόμο 64/74 και την αντεργατική πολιτική του ιδρύματος. Οι κινητοποιήσεις θα συνεχιστούν και τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου.
Τα νομοθετήματα που φέρνει αυτή η εποχή αποτελούν στην ουσία θεσμοθέτηση των αιτημάτων όλων των κοινωνικών αγώνων που έχουν προηγηθεί.
Με τον νόμο 1264/82 το ΠΑΣΟΚ καταργεί την παλαιότερη, αντεργατική νομοθεσία και θεμελιώνει ουσιαστικά το δικαίωμα στην απεργία και τη συνδικαλιστική δράση, αν και από τις διατάξεις του εξαιρούνται τα ναυτεργατικά σωματεία, τα οποία πλαισιώνονται από ένα ειδικό καθεστώς.
Ο χώρος του συνδικαλισμού είναι σε μεγάλο βαθμό ανδροκρατούμενος, επομένως, ενώ η γυναικεία εργασία συναντάται στην Ελευσίνα και αλλού από τις αρχές της εκβιομηχάνισης, ζητήματα όπως η μισθολογική ισότητα και η ίση μεταχείριση μεταξύ ανδρών και γυναικών, δεν θα αποτελέσουν συστηματικά εργατικά αιτήματα μέχρι τη δεκαετία του ’80. Από εκείνη τη δεκαετία τα έμφυλα ζητήματα θα μπουν στο δημόσιο διάλογο και θα μεταφραστούν σε διεκδικήσεις και δικαιώματα
Σύμφωνα με τον Θανάση Μπέτα, το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Ελευσίνας-Δυτικής Αττικής (ΕΚΕΔΑ) στέλνει επιστολή στο σωματείο εργαζομένων της ΠΥΡΚΑΛ Ελευσίνας όπου παραθέτει τα «γυναικεία προβλήματα» στο εργοστάσιο με αντίστοιχα αιτήματα, όπως άδεια τοκετού 16 εβδομάδων, άδεια δίωρη ημερησίως για περιποίηση και θηλασμό του βρέφους, βελτίωση συνθηκών δουλειάς, κατάλληλα και ειδικά εξοπλισμένα—σύμφωνα με τις γυναικείες ανάγκες—αποδυτήρια, ευπρεπή και πολιτισμένη συμπεριφορά έναντι της εργαζόμενης γυναίκας.
Η συνδικαλιστική δράση στην Ελευσίνα θέτει το ζήτημα της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων στα εργοστάσια τόσο σε τοπικό, όσο και σε εθνικό επίπεδο. Έτσι, μέσα από αγώνες που πραγματοποιούνται στην Ελευσίνα εξασφαλίζεται το επίδομα βαρέων και ανθυγιεινών σε εργοστάσια της πόλης, αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Σε αυτό τον αγώνα, ουσιαστικό και συμβολικό ρόλο παίζει το γάλα. Δίνονται αγώνες για να μοιράζεται το γάλα σαν αντίδοτο στις χημικές ουσίες που εισπνέουν εργάτες και εργάτριες, και μέσα από αυτή τη διεκδίκηση θα έρθει αργότερα το δικαίωμα σε βαρέα και ανθυγιεινά.
Ο ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ
ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ
ΔΙΕΚΔΙΚΕΙ ΟΛΟ
ΤΟΝ ΧΑΜΕΝΟ ΧΡΟΝΟ
Η Ελευσίνα έχει ενδιαφέρον ως προς αυτό, όχι μόνο για τον τρόπο με τον οποίο συνδέονται οι εργατικοί αγώνες της περιοχής με ένα αίτημα που αποκτά τελικά καθολικό χαρακτήρα, αλλά και διότι επεκτείνεται η υγιεινή και η ασφάλεια σαν διεκδίκηση και έξω από τα εργοστάσια, στην πόλη και στους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής.
Οι πετρελαϊκές κρίσεις του 1973 και του 1979 επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τη βιομηχανία. Το κόστος της ενέργειας, ο πληθωρισμός, το κόστος παραγωγής στα εργοστάσια και η ανεργία αυξάνονται. Την ίδια στιγμή, η ελληνική οικονομία έχει ενταχθεί στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και βρίσκεται εκτεθειμένη στην ευρωπαϊκή ανταγωνιστική αγορά. Όλα αυτά οδηγούν πολλές ελληνικές βιομηχανίες σε χρεοκοπία. Οι επιχειρήσεις αυτές χαρακτηρίζονται «προβληματικές» και περνάνε στην κυριότητα της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος.
Την περίοδο αυτή, ξεκινούν διάφορες κινητοποιήσεις στην ΠΥΡΚΑΛ, που ανήκει στην κατηγορία των «προβληματικών» επιχειρήσεων, καθώς και κατάληψη του εργοστασίου της Ελευσίνας με αίτημα την κοινωνικοποίηση. Πρόκειται για έναν όρο που αποτελεί μότο του ΠΑΣΟΚ ήδη από το 1974, όταν ήταν αντιπολίτευση. Ωστόσο, ο όρος παραμένει γενικός, τουλάχιστον σε προταγματικό επίπεδο. Κοινωνικοποίηση, σύμφωνα με τον Ανδρέα Παπανδρέου, δεν σημαίνει κρατικοποίηση, αλλά κατάργηση της εξαρτημένης εργασίας και συμμετοχή των εργαζομένων στα διοικητικά συμβούλια μέσω εκπροσώπων.
Αν και η ερμηνεία του όρου παραμένει ρευστή, αφορά μια συγκεκριμένη πραγματικότητα στην ΠΥΡΚΑΛ, αφού εκεί εφαρμόζεται για πρώτη φορά. Πρόκειται για το πρώτο πείραμα κοινωνικοποίησης στη βιομηχανία.
Η σταδιακή αποβιομηχάνιση, είτε αυτή αφορά τις «προβληματικές επιχειρήσεις» τη δεκαετία του ’80 είτε τις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις στις αρχές της δεκαετίας του ’90, αφήνει το στίγμα της στην εργατική ζωή στην Ελλάδα γενικότερα, αλλά και στην Ελευσίνα ειδικότερα. Την ίδια περίοδο, η Ελλάδα συμμετέχει στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, γεγονός που προϋποθέτει διάφορες θεσμικές και δημοσιονομικές προσαρμογές, οι οποίες και αυτές με τη σειρά τους αφήνουν το στίγμα τους στην εργατική ζωή και τους εργατικούς αγώνες.
Σε αυτό το πλαίσιο, δημιουργείται ένα δυσμενές περιβάλλον για την αγορά εργασίας και τον συνδικαλισμό. Η πολύ υψηλή ανεργία επηρεάζει τον κόσμο της εργασίας και μέσα σε αυτόν κυρίως τους νέους, τις γυναίκες και τους μετανάστες και μετανάστριες που βρίσκονται την εποχή εκείνη στην Ελλάδα χωρίς χαρτιά και ουσιαστικά χωρίς εργασιακά και άλλα δικαιώματα. Το συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκεται και αυτό αποδυναμωμένο και κατακερματισμένο.
Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις αντιπροσωπεύουν όλο και μικρότερο αριθμό εργαζομένων, αφού μένουν εκτός αυτού άνεργοι και άνεργες, καθώς και μετανάστες και μετανάστριες χωρίς χαρτιά.
Ωστόσο, οι αλλαγές που φέρνει ο νόμος 1876/1990 έχουν σαν συνέπεια την αυτονομία των συνδικαλιστικών αγώνων, αφού καταργείται η υποχρεωτική κρατική διαιτησία και οι διαπραγματεύσεις φεύγουν πλέον από τη σφαίρα του κρατικού ελέγχου και παρεμβατισμού.
Τα χρόνια που ακολουθούν, έως και το 2008, η βιομηχανία και η γεωργία συρρικνώνονται στην Ελλάδα. Αντίθετα, ο κλάδος των υπηρεσιών γιγαντώνεται και φτάνει να αποτελεί το 79% της παραγωγής το 2008. Οι υποδομές που έπρεπε να αναπτυχθούν για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004 βάζουν την Ελλάδα σε μια εφήμερη πορεία ανάπτυξης από το 1996 ως το 2004. Την ίδια περίοδο, τεχνικά γραφεία και θέσεις εργασίας πολλαπλασιάζονται. Μετά το 2004, ο ρυθμός αυτός ανάπτυξης σταματάει απότομα.
Η χρεοκοπία της Lehman Brothers το 2008 σηματοδοτεί μια αλυσιδωτή οικονομική κρίση που επηρεάζει και την Ελλάδα. Η περίοδος που ακολουθεί μετά το 2008 είναι αποκαλυπτική για την ελληνική περίπτωση. Η ελληνική οικονομία στηρίζεται σε ένα μεγάλο δημόσιο και εξωτερικό χρέος, και μπαίνει στο στόχαστρο διεθνών οίκων αξιολόγησης. Το 2010 η κυβέρνηση δανείζεται από την ΕΕ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) για να καλύψει τις βασικές ανάγκες της οικονομίας της.
Το αντίτιμο για τον δανεισμό είναι ένα πρώτο μνημόνιο υποχρεώσεων—και κάποια επόμενα στη συνέχεια—καθώς και μια επιτροπή που θα εποπτεύει την εφαρμογή του μνημονίου. Εκπρόσωποι των δανειστών πλέον παίζουν καθοριστικό ρόλο στην δημοσιονομική ζωή της Ελλάδας. Η επονομαζόμενη «ελληνική κρίση» βαραίνει μισθωτούς, συνταξιούχους, εργάτες και εργάτριες, καθώς και υπαλλήλους στον ιδιωτικό τομέα. Η απαξίωση των συνδικαλιστικών στελεχών φαίνεται ακόμα πιο έντονα την περίοδο αυτή.